Κάτι να φάμε όμως ποιο σώμα πεινάει;

Όπως έχει ειπωθεί, ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που τρώει δίχως να πεινά, πίνει δίχως να διψά και μιλάει χωρίς να έχει τίποτα να πει. Φυσικά δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις, όμως συγκεκριμένη ρήση εννοούσε την ανούσια και άχρηστη έως περιττή αναπαραγωγή συνηθειών και μοτίβων.
Πόσες φορές “θέλουμε να βάλουμε κάτι στο στόμα μας”. Αυτή η φράση δε θυμίζει τις κινήσεις του βρέφους, που γύρω στο 1 έτος τα πάντα τα γνωρίζει με το στόμα; Μήπως εκείνη την ώρα ο τρόπος μας να έρθουμε σε επαφή με το περιβάλλον είναι το φαγητό; Άρα δεν πεινάμε, αλλά αυτό γίνεται το μέσον κοινωνικοποίησής μας, γιατί στην πραγματικότητα η ζωή μας διέρχεται φάση απομόνωσης;
Το φαγητό δεν είναι πάντα μόνο ανάγκη.

Αν τρώγαμε μόνο από φυσική πείνα, θα τρώγαμε κάθε μέρα πάνω-κάτω τις ίδιες ποσότητες. Όμως μόνο αυτό δε συμβαίνει. Συχνά τρώμε για να μπορέσουμε να καταπιούμε κάτι που θέλουμε πολύ να εκφράσουμε, αλλά φοβόμαστε να το κάνουμε μη τυχόν και φέρει συγκρούσεις. Άλλοτε είναι το εσωτερικό κενό που θέλει να γεμίσει. Ή έλλειψη θάρρους και αυτοπεποίθησης Η εσωτερική μας σκαλωσιά νοιώθουμε πως παραπαίει και μόνο με ανάχωμα το φαγητό θα μείνει σταθερή.


Άλλες φορές τρώμε για να αυξήσουμε τα όριά μας και τον χώρο γύρω μας, γιατί μας τον έχουν παραβιάσει (νοητικά, συναισθηματικά, ακόμα και φυσικά). Άλλοτε επιθυμούμε να γεμίσουμε για να αυξήσουμε την απόσταση από το περιβάλλον. Αυξάνοντας σε όγκο οι γύρω μας είναι πιο μακριά όταν θέλουν να μας φιλήσουν ή να μας αγκαλιάσουν, δεν μπορούν να μας πλησιάσουν τόσο άνετα, άρα δεν είναι εύκολο να μας πληγώσουν.


Άλλοτε θέλουμε κάτι να φάμε, αλλά δεν ξέρουμε τι. Τότε ίσως πεινά ο νους που έχει εργαστεί πολύ και χρειάζεται ένα αντίβαρο στην κόπωση. Πόσες φορές (ειδικά οι γυναίκες) δεν έχουμε ανάγκη για μια σοκολάτα ή γενικά για κάτι γλυκό. Η καρδιά και το συναισθηματικό σώμα θέλουν θρέψη. Θέλει θρέψη η θλίψη, ή η απώλεια, η απομάκρυνση, πιθανόν η απόρριψη, ή και η έλλειψη αυτοαποδοχής.
Να σημειώσουμε εδώ τα σκαμπανεβάσματα στη σχέση τους με το φαγητό που παρατηρούνται συχνά στα κορίτσια αλλά και σε αγόρια στην εφηβεία. Η εφηβεία είναι μια περίοδος όπου τίποτα δεν είναι εύκολο να εκτονωθεί. Όλα δουλεύουν στο φουλ, είναι στην υπερβολή τους είτε στο αρνητικό είτε στο θετικό, μη διαχειρίσιμα συχνά, σε μια διαρκή ροή αλλαγής. Οι έφηβοι μπορεί να περνούν από επεισόδια αφαγίας σε φάσεις πολυφαγίας και αντίστροφα. Και αντίστοιχα σε πτώση ή αύξηση βάρους. Στη σύγχρονη εποχή έχουμε επίσης αυξημένα κρούσματα νευρικής ανορεξίας.


Το φαγητό επομένως, εκείνο που μας κρατά στη ζωή, για τους εφήβους άλλοτε είναι φίλος γιατί φέρνει τη θεαματικότερη αλλαγή της ενηλικίωσης, κι άλλοτε γίνεται εχθρός, όταν η εσωτερική δόμηση έχει αστάθειες. Όταν χρειάζεται να αφήσουν πίσω την παιδικότητα, ή την ασφάλεια της οικογένειας και να εκτεθούν. Ακόμα περισσότερο, όταν υπάρχει αμφιθυμία ανάμεσα στο “μπορώ” και στο “δεν μπορώ να αντέξω την αλλαγή”, από την πλευρά του εφήβου, τότε η πολυφαγία ακολουθεί την αφαγία, και ξανά πάλι ο ίδιος κύκλος. Η διάθεση για ιλιγγιώδεις αλλαγές χέρι-χέρι με την ατολμία, η ξέφρενη ανακάλυψη του κόσμου αγκαλιά στο ρινγκ με μια ισοπεδωτική αυτοανακάλυψη.


Σε όλες τις ηλικίες κάθε συγκρουσιακή σχέση με το φαγητό έχει μια αφετηρία διαφορετική. Για να υπάρξει διόρθωση και ισορροπία παίζει ρόλο η προσωπικότητα, κοινωνικοί παράγοντες και βέβαια η στάση ζωής. Και η θέση που δίνουμε στον εαυτό μας όταν βρίσκεται στον πυρήνα των γεγονότων.
Τις διαταραχές στο φαγητό τις αντιμετωπίζει πολύ αποτελεσματικά ο βιοσυντονισμός, με προγράμματα για τη βουλιμία, τη νευρική ανορεξία, τη διέγερση του μεταβολισμοί και την αποτοξίνωση κ.λπ. Επίσης με τη θεραπευτική ζωγραφική (νευρογραφική) έχουμε δει να γίνονται θαύματα με την απελευθέρωση κιλών, όμως με τη μέθοδο αυτή συνήθως φτάνουμε και στην αιτία για την οποία υπάρχει η διαταραχή. Ο άνθρωπος αρχίζει κι αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τη ζωή, για την ύπαρξή του, για τα δώρα που είχε αλλά έως τώρα δεν έβλεπε, και λίγο-λίγο η οπτική του αλλάζει.
Ένας άλλος τρόπος που προτείνουμε είναι η χαλάρωση και η συνομιλία με τη διαταραχή. Είναι εκπληκτικές οι απαντήσεις που μπορούν να μας δοθούν. Καθόμαστε άνετα σε μια πολυθρόνα. Πριν κάνουμε την άσκηση καλό θα ήταν να πίναμε λίγο μελισσόχορτο ή χαμομήλι, ή κάποιο άλλο βότανο ή αφέψημα που ξέρουμε ότι μας χαλαρώνει. Παίρνουμε βαθιές ανάσες και κλείνουμε τα μάτια.

Σκεφτόμαστε τη σχέση που έχουμε με το φαγητό σαν κάποια οντότητα, σαν άνθρωπο, σαν κάποιον που μπορεί να έρθει κοντά μας. Την καλούμε να έρθει, την καλωσορίζουμε όταν νοιώσουμε ότι ήρθε. Την παρατηρούμε ουδέτερα, την ευχαριστούμε για όσα μας έχει προσφέρει μέχρι σήμερα. Εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας γιατί με το φαγητό έχουμε κρατηθεί ζωντανοί και υγιείς, γιατί έτσι φτάσαμε έως εδώ, γιατί έχουμε πάντα στο τραπέζι μας ένα πιάτο γεμάτο.. Δεν ξεχνάμε να αναπνέουμε. Όταν νοιώσουμε έτοιμοι θέτουμε την ερώτηση που θέλουμε, αυτή που ταιριάζει στην περίπτωσή μας.
Αν για παράδειγμα έχουμε βουλιμία ή ανορεξία ρωτάμε γιατί η σχέση μας με το φαγητό έχει αυτόν τον χαρακτήρα. Αν συμβαίνει κάτι άλλο ρωτάμε όπως ακριβώς νοιώθουμε πως πρέπει να ρωτήσουμε. Επίσης ρωτάμε ποιο είναι το μάθημα που πήραμε από αυτήν την κατάσταση. Μένουμε με κλειστά τα μάτια και περιμένουμε. Ίσως δούμε εικόνες, ίσως ακούσουμε κάποια απάντηση, μπορεί κι ένας ήχος από τον δρόμο να είναι η απάντηση. Μένουμε όσο χρειάζεται. Η απάντηση θα είναι τόση όση μπορούμε να διαχειριστούμε. Αν δεν πάρουμε απάντηση δεν απογοητευόμαστε. Δεν είμαστε έτοιμοι ακόμα γι’ αυτό.


Μετά απελευθερώνουμε την κατάσταση με τη φράση: “Σε ευχαριστώ για όλα όσα μου έδωσες, σε ευχαριστώ για τις εμπειρίες που είχα. Δε χρειάζομαι άλλο τις υπηρεσίες σου. Σε απελευθερώνω τώρα στο φως”. Φανταζόμαστε έναν υπέρλαμπρο ήλιο να κατεβαίνει ως τη γη και να την παίρνει μαζί του. Αναπνέουμε και ανοίγουμε τα μάτια.


Μια φορά η 15άχρονη κόρη ενός Γερμανού γιατρού, που είχε φτάσει σε κατάσταση βουλιμίας, είχε μια συγκλονιστική εμπειρία με αυτήν την τεχνική. Ο πατέρας της ήταν χειρουργός. Συμμετείχε σε εγχειρήσεις για δωρεές οργάνων. Κάποια περίοδο είχαν γίνει σκανδαλώδη γεγονότα στη Γερμανία με τη δωρεά οργάνων, αφού πολλοί ασθενείς στην ουσία αφήνονταν να πεθάνουν γι’ αυτόν τον λόγο, αν και θα μπορούσαν να σωθούν. Η έφηβη βρέθηκε να μισεί και να αγαπά ταυτόχρονα τον μπαμπά της, παρότι ο ίδιος δεν έμπλεξε ποτέ σε κάτι μη νόμιμο. Κατά τη διάρκεια της τεχνικής η απάντηση που πήρε από την οντότητα της βουλιμίας της ήταν:” Τρως αλλιώς ο μπαμπάς ξεριζώνει την καρδιά σου”. Η έφηβη φοβόταν μήπως βρεθεί σε κατάσταση σαν εκείνους των οποίων τα όργανα αφαιρούσαν και το μόνο για να κρατηθεί στη ζωή ήταν να τρώει ανεξέλεγκτα…